Οι σκυμμένοι άγγελοι με τα λυχνάρια περιβάλλουν το βυζαντινό θόλο του ναού του αγίου Ισαάκ. Τρείς χρυσοί λαξευμένοι οβελίσκοι διασταυρώνονται πάνω από το Νεβά και τον Μόικα. Λιοντάρια, γυπαετοί και σφίγγες εδώ κι εκεί – προστατεύουν τους θησαυρούς ή λαγοκοιμούνται. Χοδοπηδάει η εξάδα της Νίκης πάνω από την πονηρή αψίδα της Ρωσίας. Εκατοντάδες στοές, χιλιάδες κολόνες, αλαφιασμένα άλογα, πεισμωμένοι ταύροι…
Τι ευτυχία που εδώ απαγορεύεται σε όλους να χτίσουν! – ούτε ουρανοξύστη ζαχαροπλαστείο να στριμώξεις στη λεωφόρο Νιέβσκι, ούτε πενταόροφο κουτί να ξεπετάξεις στο κανάλι Γκριμπογιέντοφ. Κανένας αρχιτέκτονας, ακόμη και ο πιο ατάλαντος και γραφειοκράτης, ο οποίος θα χρησιμοποιούσε όλη του την επιρροή, δεν θα έχει στη διάθεσή του ούτε ένα μικρό κομμάτι γης για να χτίσει κοντά στη Τσόρναγια Ρέτσκα ή την Οχτά.
Ξένη μας είναι – ακόμη και πιο ένδοξη μεγαλοπρέπεια. Αυτή η ευχαρίστηση κυκλοφορεί τώρα πια σε αυτές τις λεωφόρους! Αλλά σφίγγοντας τα δόντια, με κατάρες, σαπίζοντας στους σκυθρωπούς βάλτους, έχτιζαν οι Ρώσοι αυτή την ομορφιά. Τα κοκαλάκια των προγόνων μας έπεφταν, ενώνονταν, πέτρωναν στα παλάτια – κιτρινωπά, καφετιά, σοκολατί, πράσινα.
Τρομάζεις όταν το σκέφτεσαι: έτσι και οι δικές μας άχαρες σάπιες ζωές, όλες οι εκρήξεις της διαφωνίας μας, οι βόγγοι των εκτελεσμένων και τα δάκρυα των γυναικών – όλα αυτά θα λησμονηθούν επίσης εντελώς; Όλα αυτά θα μας δώσουν μια τόσο τέλεια αιώνια ομορφιά; …
Μετάφραση από τα Ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης ©