Το έργο τέχνης αποτελείται από δύο στοιχεία: το εσωτερικό και το εξωτερικό.
Το εσωτερικό στοιχείο, ιδωμένο χωριστά, είναι η συγκίνηση της ψυχής του καλλιτέχνη. Αυτή η συγκίνηση έχει την ικανότητα να προκαλεί το αντίστοιχο, ουσιαστικά, συναίσθημα στην ψυχή του θεατή.
Όσο η ψυχή είναι συνδεδεμένη με το σώμα, μπορεί, βασικά, να εκλαμβάνει τις δονήσεις μόνο μέσω του αισθήματος. Το αίσθημα, κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι η γέφυρα από το μη υλικό προς το υλικό (καλλιτέχνης) και από το υλικό προς το μη υλικό (θεατής).
Συγκίνηση – αίσθημα – έργο – αίσθημα – συγκίνηση.
Το εσωτερικό στοιχείο του έργου είναι το περιεχόμενό του. Αυτό σημαίνει πως η ψυχική συγκίνηση πρέπει να είναι πάντα ορατή. Σε αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να γεννηθεί κανένα έργο. Κοντολογίς, μπορεί να γεννηθεί μόνο κάτι επιφανειακό.
Το εσωτερικό στοιχείο, το οποίο έχει δημιουργηθεί από την ψυχική συγκίνηση, είναι το περιεχόμενο του έργου. Χωρίς περιεχόμενο δεν μπορεί να υπάρξει κανένα έργο.
Για να μπορέσει το περιεχόμενο, το οποίο αρχικά υπάρχει μόνο “αφηρημένα”, να μετατραπεί σε έργο, το δεύτερο στοιχείο – το εξωτερικό – πρέπει να υπηρετήσει την ενσάρκωση. Για το λόγο αυτό το περιεχόμενο αναζητάει το μέσο έκφρασης, την “υλική” φόρμα.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο το έργο είναι ένα ακατάλυτο κράμα του εσωτερικού και εξωτερικού στοιχείου, δηλαδή του περιεχομένου και της φόρμας.
Καθοριστικό είναι το στοιχείο του περιεχομένου. Όπως η λέξη δεν ορίζει την έννοια, αλλά η έννοια τη λέξη , έτσι και το περιεχόμενο προσδιορίζει τη φόρμα: η φόρμα είναι η υλική έκφραση του αφηρημένου περιεχομένου.
Συνεπώς, η επιλογή της φόρμας προσδιορίζεται από την εσωτερική αναγκαιότητα, η οποία είναι, κατ’ ουσία, ο μοναδικός αναλλοίωτος νόμος της τέχνης.
Το έργο που προέκυψε με τον περιγραφόμενο ανωτέρω τρόπο, είναι “όμορφο”. Αυτό σημαίνει πως το όμορφο έργο είναι η νομοτελειακή ένωση δύο στοιχείων, του εσωτερικού και του εξωτερικού. Η ένωση αυτή προσδίδει το χαρακτήρα της ενότητας στο έργο. Το έργο μετατρέπεται σε υποκείμενο. Όντας ζωγραφική, αυτό είναι ένας πνευματικός οργανισμός, ο οποίος, όπως και κάθε άλλος υλικός οργανισμός, αποτελείται από πλήθος ξεχωριστών στοιχείων.
Ιδωμένα ξεχωριστά, τα μεμονωμένα αυτά μέρη είναι νεκρά, σαν ένα κομμένο δάχτυλο. Η ζωή του δαχτύλου και η λογική του δράση θεμελιώνονται από τη νομοτελειακή του συσχέτιση με άλλα μέρη του σώματος. Αυτή η νομοτελειακή συσχέτιση είναι η κατασκευή.
Όπως ακριβώς συμβαίνει και με το έργο της φύση,ς έτσι και το έργο της τέχνης υπόκειται στον ίδιο νόμο, το νόμο της κατασκευής. Μεμονωμένα μέρη του μπορούν να ζωντανέψουν μόνο μέσω του όλου.
Ο άπειρος αριθμός των μεμονωμένων μερών στη ζωγραφική χωρίζεται σε δύο ομάδες:
η γραφική φόρμα και
η ζωγραφική φόρμα.
Ο συστηματικός και σκόπιμος συνδυασμός των μεμονωμένων μερών από τις δύο ομάδες, οδηγεί στη δημιουργία του πίνακα.
Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο: Malerei als reine Kunst // Der Sturm. 1913. № 178/179. Sept. S. 98-99.
Μετάφραση από τα Ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης©
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη «Στέπα» τεύχος # 6