Στον δρόμο έξω μόνος βγαίνω – όπου αυτός με πάει·
Μες στην ομίχλη πέτρινο στρατί λαμποκοπά·
Νυχτιά γαλήνια· τον Θεό η ερημιά αγροικάει,
Και το ‘να άστρο με τ̉’ άλλο στο στερέωμα μιλά.
Τα ουράνια θάμβους θρίαμβος ως πέρα διαφεντεύει!
Μες στο γαλάζιο σελασφόρο φως κοιμάται η γη…
Τι τόσο βαθιά μέσα μου πονά, με δυσκολεύει;
Τι περιμένω άραγε; Λυπάμαι εγώ για τι;
Τίποτε πια απ’ τη ζωή εγώ δεν περιμένω,
Και για το παρελθόν δεν έχω λύπηση καμμιά·
Ελευθερία και γαλήνη ψάχνοντας ασθμαίνω!
Και λαχταρώ ασίγαστα ύπνο και λησμονιά!
Μα όχι σ’ ένα τέτοιο λίκνο τάφου παγωμένο…
Αιώνια θα ποθούσα έτσι να αποκοιμηθώ,
Με της ζωής στο στήθος μου το σφρίγος κοιμισμένο,
Σιγά η ανάσα να κυλά στο στέρνο το στητό·
Και νύχτα-μέρα συνεχώς τ’ αυτιά να μου χαϊδεύει,
Και για αγάπη να μου τραγουδά φωνή γλυκιά,
Πάνω από μένα αιώνια με φύτρα που θεριεύει
Λυγώντας να θροΐζει η σκοτεινή βελανιδιά.
1841
Μετάφραση από τα Ρωσικά Αγγελική Μπούρα
Από την #4 Στέπα