του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη
Πριν από 69 ολόκληρο χρόνια, δημοσιοποιήθηκε ένα έγγραφο που αφορούσε τον συγγραφέα Αντρέι Πλατόνοφ, τον μεγάλο αυτό τεχνίτη της γραφής και εκπρόσωπου του λογοτεχνικού ρεύματος του Φανταστικού και της Αντι-ουτοπίας.
Πρόκειται για την καταγγελία που έκανε κάποιος από τον στενό κύκλο του συγγραφέα. Αυτό φαίνεται από το γεγονός πως τα αναφερόμενα στην καταγγελία που κάνει ως πληροφοριοδότης της μυστικής αστυνομίας, ανακαλεί από μνήμης τα λόγια του Πλατόνοφ. Επιπλέον, είναι προφανές πως ο συγγραφέας του «Λάκκου» τον εμπιστεύεται.
Στα τελευταία σημειωματάρια του Πλατόνοφ, ο αριθμός των τηλεφώνων φίλων και συντρόφων του δεν ξεπερνάει τους είκοσι. Όλοι τους είναι ιδιαίτερα γνωστοί: ο Σκλόφσκι, ο Σόλοχοφ, ο Λιντίν, ο Μπεκ, ο Γκρόσμαν, ο Φαντέγιεφ, ο Φράερμαν…
Δυστυχώς, τόσο η ΚΑ.ΓΚΕ.ΜΠΕ, όσο και η διάδοχός της F.C.B. Παραμένουν πιστές στην βασική αρχή της μη αποκάλυψης των ονομάτων των πληροφοριοδοτών τους. Ωστόσο, το κείμενο αυτό προκαλεί ανατριχίλα, ακόμη και σήμερα, πολλές δεκαετίες μετά τη συγγραφή του.
Καταγγελία
3ο τμήμα της 2ης Διεύθυνσης
του Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων της Ε.Σ.Σ.Δ.
5 Απριλίου 1945
Πριν από μία εβδομάδα ο Αντρέι ΠΛΑΤΟΝΟΦ μου τηλεφώνησε και εξέφρασε την επιθυμία να συναντηθούμε. Ήταν αργά το βράδυ. <…>
Στην αρχή η συζήτησή μας ήταν αβίαστη και μιλούσαμε για διάφορα πράγματα· άσχημη εντύπωση μου προκάλεσε η οργή με την οποία ο ΠΛΑΤΟΝΟΦ μου μιλούσε για τον εαυτό του, την οικογενειακή του ζωή, για τις αποτυχίες του στη λογοτεχνία. Είχε κάτι το παθολογικό ο λόγος του. Διαρκώς επέστρεφε στο ζήτημα του θανάτου του γιου του, την απώλεια του οποίου δεν μπορεί να ξεπεράσει. Ο ΠΛΑΤΟΝΟΦ μιλάει πολύ άσχημα για την αρρώστια του – πρόσφατα αρρώστησε από φυματίωση – αναφέρεται σε αυτήν ως «ευλογία της μοίρας, η οποία θέλει να τελειώνει με τη ζωή». Εκλαμβάνει τη ζωή ως βάσανο, ως έναν άσκοπο αγώνα με την ανθρώπινη χυδαιότητα και τις διώξεις κατά της ελεύθερης σκέψης. Τα παράπονα αυτά διαδέχονται από την αυξημένη αυτοεκτίμησή του, αλλά και την περιφρόνησή του προς άλλους λογοτέχνες.<…>
«Γιατί με διώκετε;- αναφώνησε ο ΠΛΑΤΟΝΟΦ,- εσείς, εσείς, όλοι; Οι σύντροφοι, ξέρω πως το κάνουν από φθόνο. Οι επιμελητές από δειλία. Τρέμουν από το φόβο τους, όταν τους δείχνω την αληθινή ρωσική ψυχή, η οποία δεν έχει μολυνθεί από όλα αυτά τα αλφαβητάρια του κομμουνισμού. Η Κεντρική Επιτροπή όμως γιατί με καταδιώξει; Το Πολιτικό Γραφείο; Βρήκαν εχθρό στο πρόσωπο του συγγραφέα Πλατόνοφ! Είναι τόσο τρομακτικός αυτός ο εχθρός που γράφει για τα δεινά του ανθρώπου, για τα βάθη της ψυχής του. Λες κι είναι τόσο τρομερό που πρέπει να διαπομπεύεται ο Πλατόνοφ στις εφημερίδες, να απαγορεύεται η δημοσίευση των διηγημάτων του, να αφαιρούνται τα βιβλία του από τις βιβλιοθήκες, να καταδικαστεί σε σιωπή και λιμοκτονία; Άδικα και πρόστυχα είναι όλα αυτά. Και τι κάνει το Πολιτικό σας Γραφείο; Ρομπότ χρειάζεται και όχι ζωντανούς ανθρώπους, οι οποίοι και μιλούν και κινούνται με τη βοήθεια του ηλεκτρισμού. Και σκέπτονται με τη βοήθεια του ηλεκτρισμού. Το Πολιτικό Γραφείο πατάει ένα κουμπάκι και όλα τα ογδόντα εκατομμύρια ρομπότ αρχίζουν να μιλούν, σαν τους γραμματείς των αχτιδικών επιτροπών. Πατούν ένα κουμπάκι και όλοι εκείνοι οι πεντακόσιοι ή όσοι είναι, συγγραφείς, αρχίζουν αμέσως να γράφουν σκυμμένοι σαν καμπούρηδες». Ξαφνικά, άρχισε να φωνάζει: «Δεν θα γίνω υπόδουλος! Δεν θέλω να είμαι υπόδουλος!.» <…>
Στη συνέχεια, άρχισε να λέει πως αισθάνεται πολίτης του κόσμου, ξένος προς κάθε φυλετική προκατάληψη,… πιστός συνεχιστής της σοβιετικής εξουσίας. Η σοβιετική εξουσία, όμως, κάνει λάθος με την υιοθέτηση της πολιτικής που θέλει καταστείλει την ανθρώπινη λογική.
«Το ορθολογικό και δογματικό δόγμα του μαρξισμού, έτσι όπως διδάσκεται σ’ εμάς, ισούται με την εισαγωγή της βαρβαρότητας και της δολοφονίας της διαπορούσας σκέψης. Όλα αυτά οδηγούν στην στρατιωτική ισχύ του κράτους, όπως και στην ομοιόμορφη και άλογη πειθαρχία του στρατού οδηγεί στο αξιόμαχό του. Αυτό όμως που είναι καλό για τον στρατό, δεν είναι καλό για το κράτος. Αν το κράτος θα αποτελείται μόνο από στρατιώτες, οι οποίοι σκέφτονται με βάση τον κανονισμό, τότε ανεξάρτητα από την πολεμική του ισχύ, θα είναι ένα αντιδραστικό κράτος και δεν θα προχωρήσει προς τα εμπρός, μα προς τα πίσω. Η καταστατική λογοτεχνία την οποία καλλιεργούν, συμβάλει στον στρατιωτικό βηματισμό, μα σκοτώνει την πνευματική ζωή. Αν η Ρωσία της εποχής του Νικόλαου ήταν ο χωροφύλακας της Ευρώπης, τότε η Ε.Σ.Σ.Δ. θα γίνει ο κόκκινος χωροφύλακας της Ευρώπης. Όπως μας δείχνει η ιστορία, όλες οι στρατιωτικές αυτοκρατορίες, ανεξάρτητα από την ισχύ τους, διαλύθηκαν εις τα εξ ων συνετέθησαν. Η επανάστασή μας ξεκίνησε ως η φωτεινή ιδέα της ανθρωπότητας και τελειώνει ως ένα πολεμικό κράτος. Κι εκείνο που παλιότερα ήταν η ψυχή του κινήματος, σήμερα έχει μετεξελιχθεί σε υποκρισία ή σε αλλοίωση των εννοιών: σ’ εμάς αποκαλούν τον καταναγκασμό ελευθερία, και την δικτατορία των διορισμένων δημοκρατία». Ο ΠΛΑΤΟΝΟΦ, δεν θέλησε να αναπτύξει περαιτέρω αυτή την ομολογουμένως έχουσα λογική «θεωρία» του <…> Ο ΠΛΑΤΟΝΟΦ άρχισε στη συνέχεια να λέει πως «έδιωξε όλους τους φίλους του» γιατί πείστηκε πως οι άνθρωποι σήμερα ζουν όχι με βάση τον εσωτερικό νόμο της ελευθερίας, αλλά με βάση τον εξωτερικό προκαθορισμό και πως όλοι είναι σκύλας παιδιά. Στο σημείο αυτό ακολούθησε η απαρίθμηση μίας σειράς συγγραφέων και η συλλήβδην καταδίκη της ηθικής τους συμπεριφοράς. Εξαίρεση ήταν μόνο ο Βασίλι Γκρόσμαν, τον οποίο ο ΠΛΑΤΟΝΟΦ εκτιμάει πολύ τόσο ως σεμνό άνθρωπο, όσο και ως έντιμο συγγραφέα. «Ακόμη και η κριτική τον εγκωμιάζει, μα το Πολιτικό Γραφείο δεν τον ευνοεί, δεν του δίνει την παραμικρή σημασία, δεν του πέταξε ποτέ ούτε ένα κοκαλάκι από το τραπέζι των αφεντικών» <…> Τον ρώτησα ποια είναι η γνώμη του για τον Α. Γιάκοβλεφ. Ο ΠΛΑΤΟΝΟΦ έκανε μία χειρονομία απαξίωσης και είπε: «Υπάρχει τέτοιος συγγραφέας; Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι συγγραφέας, παρά μόνο μέλος της Ένωσης Συγγραφέων».
Επικυρώθηκε:
Ο προϊστάμενος του 3ου τμήματος της 2ης Διεύθυνσης του Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων <υπογραφή>
Αρχείο 1, Κατάλογος 11, Φάκελος 52, Φύλλο 84 – 85 αντίγραφο. Δαχτυλόγραφο.
Κεντρικό Αρχείο FSB Ρωσίας
Μετάφραση από τα Ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης©