του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη
Μετά τη σύλληψη του Μαντελστάμ στις 13 Μαΐου 1934, ο Παστερνάκ, μετά από παράκληση της Άννας Αχμάτοβα, πήγε στα γραφεία της εφημερίδας «Ιζβέστια» για να συναντήσει τον Νικολάι Μπουχάριν, ο οποίος συμπαθούσε και προστάτευε τον Οσίπ Εμίλιεβιτς.
Ο Μπουχάριν αμέσως έγραψε μία επιστολή στον Στάλιν, παρακαλώντας τον να μειωθεί η ποινή του Μαντελστάμ, προσθέτοντας στο τέλος την φράση: «Και ο Παστερνάκ ανησυχεί πολύ».
Κατά την Αχμάτοβα, αυτό το ενδιαφέρον του Μπουχάριν, αλλά και άλλων, όπως του στρατάρχη Τουχασέφσκι «επιτάχυναν και, μάλλον, βοήθησαν την υπόθεση».
Δύο εβδομάδες μετά τη σύλληψη του ο Μαντελστάμ εξορίστηκε στο Τσερντίν για τρία χρόνια. Εκεί, αρρώστησε βαριά, έπαθε νευρικό κλονισμό, με αποτέλεσμα να προσπαθήσει να αυτοκτονήσει πέφτοντας από το παράθυρο, μα το μόνο που κατέφερε ήταν να σπάσει το χέρι του.
Η σύζυγος του ποιητή Ναντιέζντα, έστειλε τηλεγράφημα προς την Κεντρική Επιτροπή του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι).
Ο Στάλιν διέταξε να επανεξεταστεί η υπόθεση και επέτρεψε να επιλεγεί ένας άλλος τόπος εξορίας για τον Μαντελστάμ.
Μετά από αυτό, τηλεφώνησε στον Μπορίς Παστερνάκ. Αφού του ανακοίνωσε τις εντολές που είχε δώσει αναφορικά με τον Μαντελστάμ, τον ρώτησε περιπαικτικά, για ποιο λόγο ο Παστερνάκ επέδειξε τέτοιο ενδιαφέρον για τον φίλο του.
Ο Παστερνάκ του απάντησε ότι αν δεν το έκανε, τότε δεν θα μάθαινε ποτέ ο ηγέτης της χώρας αυτή την υπόθεση της εξορίας ενός ποιητής. Τότε ο Στάλιν τον ρώτησε γιατί δεν ζήτησε τη βοήθεια των Ενώσεων Συγγραφέων και ο Παστερνάκ απάντησε πως οι οργανισμοί αυτοί «δεν ασχολούνται με τέτοια πράγματα από το 1927».
Στη συνέχεια ο Στάλιν με επιμονή προσπάθησε να μάθει αν ο Παστερνάκ θεωρεί ότι ο φίλος του Μαντελστάμ είμαι μεγάλος ποιητής. Ο Παστερνάκ φοβούμενος ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Στάλιν προσπαθεί να μάθει αν γνωρίζει τα «σκωπτικά» ποιήματα που είχε γράψει ο κρατούμενος ποιητής, αρχικά απάντησε με υπεκφυγές, στη συνέχεια όμως προσπάθησε να αλλάξει το θέμα της συζήτησης και να συζητήσει με τον Πατέρα όλων των λαών το ζήτημα «της ζωής και του θανάτου». Ακούγοντας αυτή την απάντηση ο Στάλιν έκλεισε το τηλέφωνο χωρίς να αποχαιρετήσει τον ποιητή.